Η ποιμαντική του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου έναντι των αιρέσεων και της Παραθρησκείας
Κων/νου Ν. Παπαχριστοδούλου Προέδρου της Π.Ε.Γ.
Ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος αποτελεί μια συναρπαστική και μοναδική εκκλησιαστική προσωπικότητα. Το πλούσιο ποιμαντικό του έργο και η αγωνία του για τον άνθρωπο συνείχαν τον μακαριστό πατέρα από τα νεανικά του χρόνια μέχρι και τις τελευταίες στιγμές της επίγειας ζωής του. Πολλοί θα μπορούσαν να μιλήσουν για την προσωπικότητα και το έργο του π. Αντωνίου. Θεολόγοι, για το πλούσιο θεολογικό του έργο και την συγγραφική του δραστηριότητα πάνω σ’ αυτόν τον τομέα . Κληρικοί, για την ποιμαντική του στρατηγική- όπως ο ίδιος την ονόμαζε- εναντίον των αιρέσεων και της παραθρησκείας. Κοινωνικοί Λειτουργοί, για τον τρόπο με τον οποίο πλησίαζε και θεράπευε τα θύματα των ολοκληρωτικής φύσεως καταστροφικών οργανώσεων. Νομικοί, για τον εμπεριστατωμένο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τις νομικές παγίδες των ομάδων αυτών.
Κατά τον π. Αντώνιο, σκοπός της ποιμαντικής είναι: «Η βίωση του μυστηρίου της Εκκλησίας». Αποτελούσε βασική του διδασκαλία και επιδίωξη το: «εν ώσιν» της αρχιερατικής προσευχής του Ιησού Χριστού. Η ενότητα του σώματος της Εκκλησίας κάτω από τη μία κεφαλή του Υιού και Λόγου του Θεού. Γι’ αυτό το λόγο ο π. Αντώνιος είχε ως βασική του μέριμνα και αγωνία την «συναγωγή των εσκορπισμένων», και τη θεραπεία και αναζήτηση του «απολωλότος» προβάτου. Μάλιστα πολύ συχνά χρησιμοποιούσε την εν λόγω παραβολή του Κυρίου για να τονίσει την ευθύνη των ποιμένων απέναντι στους πλανημένους αδελφούς. Περιέγραφε μάλιστα με πολύ γλαφυρό τρόπο ότι ο υπεύθυνος ποιμένας όταν ανακαλύψει το απολωλός πρόβατο δεν το χτυπά, δεν το μαλώνει αλλά το παρηγορεί και αν χρειαστεί ρίχνει λάδι στις πληγές του ώστε να επιτύχει την γρήγορη αποκατάσταση και ένταξή του στο ποίμνιο.
Αυτή την παραβολή χρησιμοποιούσε επίσης και όταν ήθελε να ερμηνεύσει το χωρίο της επιστολής……….. «αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού» . Επισημαίνοντας την άστοχη και πολλές φορές απαράδεκτη στάση των ποιμένων απέναντι στους πλανημένους αδελφούς προέτρεπε για ενημέρωση, μελέτη του σκηνικού, υπομονή και ποιμαντική ευθύνη απέναντι στο πρόβλημα των αιρέσεων και της παραθρησκείας. Αλλά και ουσιαστική απασχόληση με κάθε περίπτωση, μέσω διαπροσωπικής επαφής και όχι παραπομπής της «αρμοδίως». Η παραίτηση από την ενασχόληση με τον αιρετικό, σύμφωνα με το χωρίο, πρέπει να γίνεται μετά την πρώτη και τη δεύτερη νουθεσία. Ο π. Αντώνιος ρωτούσε χαρακτηριστικά: «Προχωρήσαμε στην πρώτη νουθεσία ουσιαστικά και με σωστή μέθοδο ώστε να απορρίψουμε τον αδελφό; Να τον λοιδορήσουμε, να τον μειώσουμε και ενίοτε να τον υβρίσουμε;»
Το καταστάλαγμα της ποιμαντικής του π. Αντωνίου, αλλά και η αγωνία του για τον άνθρωπο, δίδεται με πολύ γλαφυρό τρόπο στο τελευταίο κείμενο του, όπως το υπαγόρευσε από το κρεβάτι του νοσοκομείου, δύο ημέρες πριν κοιμηθεί: «Το να θελήσει ένας ποιμένας να αφαιρέσει από οποιονδήποτε το στοιχείο της ελπίδας και να τον διαγράψει από το βιβλίο της ζωής είναι το μεγαλύτερο έγκλημα που θα μπορούσε να διαπράξει εναντίον ενός αδελφού. Γι’ αυτό και ο ποιμένας έχει καθήκον να συμπαρασταθεί σε οποιονδήποτε του το ζητήσει και έχει ανάγκη της πνευματικής του προσφοράς». Αυτή η αγωνία του μακαριστού πατρός φαίνεται κυρίως στημέθοδο που χρησιμοποιούσε προκειμένου να επανεντάξει τον πλανημένο αδελφό στην υγιή κοινωνία και κατ’ επέκτασιν στη ζωή της εκκλησίας.
Το πρώτο στάδιο είναι η αναίρεση της πλάνης. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως η προσέγγιση του άλλου με αγάπη, κατανόηση, υπομονή, ανεκτικότητα και προσευχή. Η αναίρεση της πλάνης, κατά τον π. Αντώνιο απαιτεί βαθιά και πλατιά ενημέρωση πάνω στις πλάνες της ομάδας που ανήκει ο αδελφός. Ο τρόπος δε με τον οποίο γίνεται η συζήτηση και η πρώτη επαφή χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Δεν προσπαθούμε να εξουθενώσουμε τον άλλο, αλλά να τον κάνουμε να σκεφτεί. Να λειτουργήσει η κρίση και το μυαλό του. Να σπάσουμε τον προγραμματισμό του από την οργάνωση και να τον κάνουμε να δει με κριτικό πνεύμα τις, εν πολλοίς, παράλογες και καταστροφικές διδασκαλίες. Κατά τον π. Αντώνιο, δεν θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι κάθε τι που εμείς πιστεύουμε ως λογικό αποτελεί λογική παραδοχή για τον άλλο. Πολλές φορές η συστηματική πλύση εγκεφάλου σκοτίζει το νου και οδηγεί σε παράλογες καταστάσεις. Αυτό πρέπει να είναι γνωστό σε μας προκειμένου να ακολουθήσουμε την ανάλογη στρατηγική.
Το δεύτερο στάδιο, κατά τον π. Αντώνιο είναι η οικοδομή στην Ορθοδοξία. Η διαφορά μας, όπως έλεγε, από αντίστοιχες προσπάθειες του εξωτερικού, είναι ότι εμείς προσφέρουμε τη λύση της ορθοδόξου πίστεως και ζωής. Και αυτό χρειάζεται αφενός γιατί πρέπει να καλυφθεί το κενό το οποίο δημιουργείται στον αδελφό μετά την κατάρρευση της αυθεντίας της οργάνωσης και αφετέρου να αποτελέσει η ορθόδοξη πίστη σταθερό κανόνα ζωής και πορείας. Η βασική προϋπόθεση για την επιτυχία αυτού του σταδίου είναι η πολύ καλή γνώση της ορθοδόξου πίστεως. Δηλαδή, της Αγίας Γραφής, των δογμάτων και της εμπειρίας των Αγίων της Εκκλησίας.
Ο τρόπος με τον οποίο ήθελε ο π. Αντώνιος να εισέρχεται ο νεοφώτιστος αδελφός στην κοινωνία της Εκκλησίας ήταν πανηγυρικός. Αν ήταν αβάπτιστος, με το μυστήριο του βαπτίσματος. Αν ήταν πλανημένος ορθόδοξος χριστιανός, με το μυστήριο του Χρίσματος. Στην τελετή συμμετέχει όλη η εκκλησιαστική κοινότητα. Εάν είναι δυνατόν συψάλλουν κατά τη διάρκεια της Θ. Λειτουργίας ενώ τέλος κάθονται όλοι σε κοινή εορταστική τράπεζα. Η ενεργή δε, συμμετοχή του αδελφού στη ζωή της ενορίας και η αγαπητική σχέση όλων των μελών μεταξύ τους ήταν το ιδανικό του μακαριστού πατρός. Είναι γεγονός ότι μετά από μια τέτοια αντιμετώπιση πολλοί πλανημένοι αδελφοί απετέλεσαν και αποτελούν εκλεκτούς συνεργάτες στο έργο της ποιμαντικής των αιρέσεων και της παραθρησκείας, με ένθεο ζήλο και κατά Χριστόν ζωή.
Όπως γίνεται αντιληπτό, ο π. Αντώνιος ήταν πρώτα απ’ όλα ποιμένας με πλήρη συναίσθηση της αποστολής του. Η ποιμαντική του δράση που ξεκινά πλούσια με τη διακονία του στη Μητρόπολη Γερμανίας κατά τα πρώτα ιερατικά του βήματα, εξελίσσεται και καρποφορεί στην Ελλάδα με την ποιμαντική αναδιοργάνωση των Ενοριών, κατ’ αρχάς, και με την μοναδική, ίσως και σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, εργασία του πάνω σε θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας.
Σημαντικό εργαλείο στην ποιμαντική των αιρέσεων θεωρείται και το πλούσιο συγγραφικό έργο του μακαριστού πατρός, το οποίο αποτελεί όχι μόνο το αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας πάνω στις κοσμοθεωρίες των παραθρησκευτικών ομάδων, αλλά και έγγραφη αποτύπωση της ποιμαντικής του αγωνίας. Τα βιβλία του αποτελούν «ποιμαντικά εργαλεία». Τα διακρίνουμε σε βιβλία «Ορθόδοξης απολογητικής και διδασκαλίας» και σε αμιγώς αντιαιρετικά βιβλία που διαλαμβάνουν εξειδικευμένα θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας. Η θεματολογία τους περιλαμβάνει τους «Μάρτυρες του Ιεχωβά» , «Ομάδες της Νέας Εποχής», Σατανισμό, Αποκρυφισμό, Εσωτερισμό, Πεντηκοστιανούς και Χριστιανικές αιρέσεις και πλήθος άλλων ομάδων που απασχόλησαν και απασχολούν την επικαιρότητα.